Ελεύθερος αφέθηκε, έπειτα από επέμβαση της αστυνομίας που πραγματοποιήθηκε στις 07:30 το πρωί σε περιοχή του Ρεθύμνου, ο επιχειρηματίας Μιχάλης Λεμπιδάκης.
Η επιχείρηση έγινε σε μάντρα με ανταλλακτικά αυτοκινήτων που βρίσκεται στη Γέφυρα Ζουρίδας στο Ρέθυμνο και όταν εισήλθαν στον χώρο οι αστυνομικοί ο επιχειρηματίας βρισκόταν σε ένα στρώμα στο πάτωμα δεμένος με αλυσίδα από το πόδι. Για την υπόθεση έχουν συλληφθεί μέχρι στιγμής επτά άτομα, μεταξύ των οποίων ο ιδιοκτήτης της μάντρας, ο οποίος βρισκόταν στο ισόγειο και ένας Σκοπιανός, που εντοπίστηκε στον πρώτο όροφο και είχε αναλάβει τη φύλαξη Λεμπιδάκη.
Σημειώνεται πως ο επιχειρηματίας είναι αδυνατισμένος και σοβαρά καταβεβλημένος και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Ρεθύμνου.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε στην «Κ» κορυφαίος αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., «υπήρχαν πληροφορίες για το που βρισκόταν ο επιχειρηματίας και χθες σχεδιάστηκε η επιχείρηση, η οποία στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία και ήταν σχετικά εύκολη, καθώς οι απαγωγείς δεν πρόλαβαν να προβάλουν κάποια αντίσταση». Μάλιστα ο αξιωματικός συμπλήρωσε ότι ο επιχειρηματίας είχε μεταφερθεί στο συγκεκριμένο κρησφύγετο το τελευταίο διάστημα.
Την ίδια ώρα υψηλόβαθμος αξιωματούχος του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη δήλωσε στην «Κ» ότι «η αστυνομία είχε το τελευταίο διάστημα εντοπίσει και καταγράψει άτομα ως ύποπτα για συμμετοχή στην απαγωγή και από την επιτήρησή τους, καθώς και από κάποιες πληροφορίες που συγκέντρωσε το τελευταίο διάστημα, κατάφερε να εντοπίσει το κρησφύγετο». Τόνισε επίσης ότι «η σημερινή έφοδος έγινε με το πρόσχημα έρευνας για ναρκωτικά, ώστε να μην διαρρεύσει με οποιοδήποτε τρόπο, ότι η επιχείρηση είχε σαν στόχο τον εντοπισμό του επιχειρηματία».
Εκτός από τα δύο άτομα που συνελήφθησαν επί τόπου οι υπόλοιποι πέντε έχουν συλληφθεί σε ταυτόχρονες επιχειρήσεις τόσο σε περιοχές της Κρήτης όσο και εκτός του νησιού, καθώς υπάρχουν στοιχεία για εμπλοκή τους στην υπόθεση απαγωγής. Μεταξύ αυτών βρίσκεται και ένα ανήλικο κορίτσι.
Σημειώνεται ότι στις αρχές Αυγούστου η αστυνομία, με το πρόσχημα ότι έψαχνε παράτυπους μετανάστες, είχε πραγματοποιήσει επιχείρηση και σε σπίτι στην περιοχή των Σφακίων, καθώς είχε πληροφορίες ότι εκεί βρισκόταν το κρησφύγετο των απαγωγέων. Ωστόσο, κατά την έφοδο διαπιστώθηκε ότι ο επιχειρηματίας δεν ήταν μέσα στο σπίτι.
Πιθανολογείται μάλιστα ότι οι απαγωγείς είχαν μεταφέρει τότε τον Μιχάλη Λεμπιδάκη από τον χώρο όπου κρατούνταν στη μάντρα αυτοκινήτων.
Υπενθυμίζεται ότι ο Μιχάλης Λεμπιδάκης απήχθη το απόγευμα της 30ής Μαρτίου.
Το αυτοκίνητο του επιχειρηματία βρέθηκε εγκαταλελειμμένο σε επαρχιακό δρόμο, ενώ σε απόσταση μερικών μόλις χιλιομέτρων είχαν εντοπιστεί καμμένα και δύο Ι.Χ. που είχαν χρησιμοποιήσει οι απαγωγείς: ένα αγροτικό με το οποίο είχαν κλείσει τον δρόμο στον επιχειρηματία και μια BMW με την οποία οι απαγωγείς και το θύμα τους είχαν αρχικά απομακρυνθεί από το σημείο. Το διάστημα που ακολούθησε, οι απαγωγείς πραγματοποίησαν αραιές επικοινωνίες με τον αδελφό του απαχθέντος αξιώνοντας λύτρα 100 εκατομμυρίων ευρώ (σε «μικρά» χαρτονομίσματα) για να απελευθερώσουν τον 54χρονο. Οι επικοινωνίες γίνονταν μέσω γραπτών μηνυμάτων ούτως ώστε η αστυνομία να μην μπορέσει να ταυτοποιήσει τους δράστες μέσω τεχνολογίας αναγνώρισης φωνής, όπως συνέβη στην περίπτωση της απαγωγής του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου.
Στη συνέχεια, οι αξιώσεις των απαγωγέων φέρονται να μειώθηκαν, παραμένοντας ωστόσο σε επίπεδα που η οικογένεια Λεμπιδάκη αδυνατούσε να ικανοποιήσει.