Με τον Άρη Σφακιανάκη γνωριστήκαμε στην Λέσχη Ανάγνωσης του Δήμου Ασπροπύργου, στην βιβλιοπαρουσίαση του τελευταίου του έργου, «Στην Σκιά του Κυβερνήτη» (2019). Φυσικά εκεί ήρθα αντιμέτωπος και με το αμέσως παλαιότερο βιβλίο του, «ΕΞΟΔΟΣ» (2016). Κατά συνέπεια, αμέσως συναντιληφθήκαμε την πνευματική και γνωσιολογική μας «καρμική» σχέση, στις παρούσες περιόδους της ζωή μας, όπου και οι δυο μας ερευνούμε την Ελληνική Επανάσταση του 1821, όχι μόνο σε κάθε επέτειο, μα διεξοδικά, σταθερά και αιεθαλώς, εγώ σε αναγνωστικό μονάχα επίπεδο, και εκείνος, επιπλέον, σε συγγραφικό. Με αφορμή λοιπόν τα δύο τελευταία συναφή του έργα, μιλήσαμε για λίγο με τον Άρη για την επέτειο των 200 χρόνων από την Εθνική μας Ανεξαρτησία.
Β.Κ. – Πλησιάζουμε αισίως στα 200 χρόνια Εθνικής Ανεξαρτησίας. Προχώρησες στην μελέτη της ελληνικής ιστορίας και στην συγγραφή της «Εξόδου» και του «Κυβερνήτη» συνειδητά, επηρεασμένος από την επέτειο και το gig που πλησίαζε, ή κάτι διαφορετικό σε οδήγησε σε αυτήν έρευνα;
Α.Σ. – Ξεκίνησα να διαβάζω για την Επανάσταση του ’21 όταν αγόρασα σπίτι στην οδό Κασομούλη, στην Αθήνα. Αυτό έγινε πριν δέκα χρόνια. Ποτέ δεν είχα ξανακούσει το όνομα Κασομούλης κι έτσι έψαξα να δω ποιος ήταν ο άνδρας. Θα προτιμούσα σαφώς να έμενα στην οδό Μίνωος ή Πασιφάης ένεκα η κρητική μου καταγωγή. Απεδείχθη ότι ο Κασομούλης ήταν ένας φλογερός νέος που κατέβηκε από τη βόρεια Ελλάδα (όταν καταπνίγηκε η Επανάσταση εκεί) να πάρει μέρος στον Αγώνα των υπόλοιπων Ελλήνων. Βρέθηκε αποκλεισμένος στην τελευταία πολιορκία του Μεσολογγίου και πέτυχε να βγει ζωντανός κατά την Έξοδο. Έζησε αρκετά χρόνια στη συνέχεια, γνώρισε όλα τα μεγάλα κεφάλια της εποχής, υπηρέτησε υπό τον Καποδίστρια στον ελληνικό στρατό κι έπιασε να γράφει τα απομνημονεύματά του με τίτλο: Ενθυμήματα στρατιωτικά. Αυτά έσπευσα να αγοράσω και να διαβάσω κι εκείνα με ώθησαν να ασχοληθώ πιο θερμά με τα χρόνια της Επανάστασης καθώς το γράψιμό του ήταν σχεδόν λογοτεχνικό. Είδα να ανοίγεται εμπρός μου ένας κόσμος για τον οποίο δεν γνώριζα παρά όσα μου είχαν απομείνει στη μνήμη από τα πορτρέτα των αγωνιστών στους τοίχους των σχολικών αιθουσών. Διάβασα εκμανώς και με ενδελέχεια. Διάβαζα πρωί, διάβαζα απόγευμα, διάβαζα βράδυ. Διάβασα κάθε τι που είχε γραφτεί από ανθρώπους που το έζησαν εκείνη την εποχή. Και καθώς βρέθηκα ένα σούρουπο να περιφέρομαι στο Μεσολόγγι με μιαν αγαπημένη της περιοχής, αποφάσισα, σα να με οδηγούσαν το πνεύματα των ηρώων και το αίμα που πότιζε εκείνο το χώμα, να γράψω πρώτα για το Μεσολόγγι και την Έξοδο.
Β.Κ. – Τι οδηγεί έναν αισθαντικό και ερωτικό συγγραφέα σαν και εσένα, να παραμερίσει για λίγο την «σπουδή» στο ασθενές-ωραίο φύλο, και να καταπιαστεί με το ιστορικό μυθιστόρημα;
Α.Σ. – Είχα έντονη την αίσθηση ότι οι σύγχρονοι Έλληνες (με εμένα πρώτα) δεν είχαν σαφή εικόνα τι είχαν τραβήξει οι αγωνιστές του ’21 ώστε να έχουμε σήμερα την άνεση να προγκάμε τους Τούρκους σε κάθε διεθνή οργανισμό. Ήθελα να δώσω κάποιο έναυσμα να ασχοληθούν κάπως περισσότερο με εκείνη την περίοδο. Τα συμπεράσματα που αντλούνται από τα λάθη εκείνων των χρόνων μπορούν να μας προφυλάξουν από τωρινές αστοχίες. Όσο για το ερωτικό στοιχείο, δεν θα μπορούσε να λείπει ούτε από την Έξοδο, ούτε από τη Σκιά του Κυβερνήτη, γιατί απλώς είναι στοιχείο της ζωής.
Β.Κ. – Στην «Έξοδο» αφήνεις αιχμές πως η πτώση του Μεσολογγίου θα μπορούσε να αποφευχθεί αν η διοίκηση του Μαυροκορδάτου και οι Υδραίοι καπεταναίοι είχαν διαχειριστεί τα πράγματα καλλίτερα; Θα ήθελα να επεκταθείς λίγο πάνω σε αυτό..
Α.Σ. – Οι πολιορκημένοι είχαν στείλει αντιπροσωπεία στην Κυβέρνηση ζητώντας βοήθεια. Η βοήθεια μπορούσε να έρθει από τη θάλασσα. Δεν έφτασε ποτέ γιατί οι νησιώτες ζητούσαν παραπάνω χρήματα. Δυστυχώς.
Β.Κ. – Στην «Σκιά του Κυβερνήτη» αναφέρεις πως γαλλικό πλοίο περίμενε στο λιμάνι τον αδερφό και τον γιο του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, για να τους φυγαδεύσει μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, ενώ η Ρώσικη πρεσβεία ήταν ήδη ενήμερη προ του γεγονότος. Πως θα μπορούσες να επεξηγήσεις την συνομωσία γύρω από την δολοφονία του Καποδίστρια από τις Μεγάλες Δυνάμεις; Οι ντόπιοι γνωρίζουμε γιατί τον σκότωσαν – για τα τοπικά συμφέροντα. Οι ξένοι όμως γιατί να τον προτιμούσαν νεκρό παρά ζωντανό; Δεν τους συνέφερε μια ισχυρή Ελλάδα που θα μπορούσε να αποπληρώσει τα δάνεια της, με τον Καποδίστρια στο τιμόνι;
Α.Σ. – Η Γαλλία όφειλε την μη διάλυσή της στον Καποδίστρια. Ουδείς πλέον αγνώμων του ευεργετηθέντος. Από την άλλη, διαβάζοντας την ιστορία των δανείων, τον αγώνα που έκανε ο Ραγκαβής ως υπουργός εξωτερικών του Όθωνα για να αποπληρωθούν τα δάνεια, βλέπει κανείς ότι οι Μεγάλες δυνάμεις βολεύονταν με τα χρεωστούμενα γιατί έτσι είχαν πάντα ένα μοχλό πίεσης. Και τον ασκούσαν όποτε χρειαζόταν. Η εξόφληση των δανείων δεν βόλευε τους Προστάτες μας.
Β.Κ. – Μαθαίνω πως το βιβλίο σου πλέον κοσμεί τις βιβλιοθήκες τεράστιων διεθνών πανεπιστημιακών εδρών. Σύμφωνα με την έρευνα μου, του πανεπιστημίου του Harvard, Cambridge, Birmingham, King’s College London, Surrey, Reading κ.α. Πως πιστεύεις ο Έλληνας φοιτητής, ο έλληνας του εξωτερικού, και ο αλλοδαπός φιλέλληνας αναγνώστης θα ωφεληθούν από αυτό το βιβλίο; Γιατί αξίζει να μελετά ο παγκόσμιος πολίτης την Εθνική μας Επανάσταση;
Α.Σ. – Επειδή δείχνει ότι αυτό που μερικές φορές φαίνεται ακατόρθωτο, δεν είναι πάντα έτσι.
Ήταν ένας ρομαντικός αγώνας σε μια ρομαντική εποχή.
—-
11-03-2021
Βασίλειος Καραμπούλας
B.A. (Hons) Political Science, The University of Birmingham
Φοιτητής Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας, ΕΚΠΑ