Αύξηση 13,5% στην πιθανότητα καρκινογένεσης προκάλεσε, σύμφωνα με μετρήσεις επιστημόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η πυρκαγιά στο εργοστάσιο ανακύκλωσης του Ασπροπύργου , αν και, σύμφωνα με την Πυροσβεστική, κάηκε μόλις το 1/20 των συσσωρευμένων απορριμμάτων! Είναι προφανές ότι οι δραματικές επιπτώσεις της πυρκαγιάς που γέμισε τον ουρανό ολόκληρης της Αττικής με τοξικά αέρια δεν έχουν ακόμη χαρτογραφηθεί, καθώς οι ειδήμονες συνεχίζουν τις μετρήσεις.
Το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής (Τμήμα Χημικών Μηχανικών-ΑΠΘ) με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή, Δημοσθένη Σαρηγιάννη, ο οποίος συμμετέχει στις συνεχιζόμενες έρευνες για τις επιπτώσεις της πυρκαγιάς στον πληθυσμό, προχώρησε στην εκπόνηση μιας μελέτης.
Σκοπός ήταν η «Εκτίμηση κινδύνου από την έκθεση σε διοξίνες και φουράνια λόγω της πυρκαγιάς στο κέντρο διαλογής ανακυκλώσιμων υλικών (ΚΔΑΥ) στον Ασπρόπυργο».
Είχαν προηγηθεί οι μετρήσεις του Δημοκρίτου για τις καρκινογόνες διοξίνες και τα φουράνια που εκπέμφθηκαν από την πυρκαγιά, οι οποίες έδειξαν συγκέντρωση 1.797 fg (υποδιαίρεση του γραμμαρίου) ανά κυβικό μέτρο σε απόσταση 100 μέτρων από το φλεγόμενο εργοστάσιο.
Σε μια εξοχική περιοχή μακριά από πόλη έχουν μετρηθεί 4-12 fg, ενώ στο κέντρο της Αθήνας 42 fg και σε βιομηχανική ζώνη 110 (όλα τα παραπάνω χωρίς να υπάρχει πυρκαγιά σε εξέλιξη). Όμως το Εργαστήριο ήθελε να μετρήσει πόσο αυξήθηκε η καρκινογένεση στον πληθυσμό και για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε τα δεδομένα μελέτης βιοπαρακολούθησης διοξινών που έγινε στην Αθήνα το 2006.
Ακολουθώντας τα απαραίτητα μαθηματικά μοντέλα προέκυψε ότι πριν από την πυρκαγιά οι πιθανότητες καρκινογένεσης ήταν 2,57 στα 10 εκατομμύρια και μετά ανέβηκαν στο 2,92, οπότε προκύπτει αύξηση 13,5%. Σημειώνεται ότι:
Αυτή η πιθανότητα αφορά χρονικό βάθος 30ετίας, με δεδομένο ότι οι τοξικές αυτές ουσίες μεταβολίζονται πάρα πολύ αργά και χρειάζονται 7,5 χρόνια για να μειωθούν στο μισό.
Η αύξηση αφορά πληθυσμό που εκτέθηκε τις 6 ημέρες της πυρκαγιάς στο μετρημένο επίπεδο διοξινών-φουρανίων, χωρίς όμως να είναι γνωστό εάν σε άλλες περιοχές ήταν υψηλότερη ή χαμηλότερη (μέτρηση την περίοδο της πυρκαγιάς έγινε την 4η μέρα και μόνο κοντά στο εργοστάσιο) ανάλογα με τη φορά και την ένταση του ανέμου.
Η επίπτωση που μετρήθηκε αφορά μόνο την εισπνοή και κατάποση καπνού της πυρκαγιάς. Όμως, διοξίνες προσροφώνται κυρίως από τρόφιμα που έχουν μολυνθεί και βασικά εκείνα τα ζωικής προέλευσης (κρέας, αβγά, γαλακτοκομικά, ψάρια κ.λπ.). Εκφράζονται λοιπόν φόβοι ότι εάν δεν ληφθούν μέτρα προστασίας, οι διοξίνες που δεν αποικοδομούνται θα περάσουν μέσω της τροφικής αλυσίδας και θα πλήξουν ακόμη περισσότερο τον πληθυσμό σε άγνωστη έκταση. Σημειώνεται στην έκθεση των επιστημόνων ότι τα επίπεδα μακροχρόνιας έκθεσης στις διοξίνες αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω εάν αξιολογηθεί και η συμβολή «άλλων οδών έκθεσης», όπως «αέρας εσωτερικών χώρων και οικιακή σκόνη, νερό, έδαφος, φυτά και τροφική αλυσίδα».
Βολές κατά της Περιφέρειας από τρεις περιβαλλοντικές οργανώσεις
Ευθείες βολές κατά του υπουργείου Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, αλλά και κατά της Περιφέρειας Αττικής, για αδυναμία των αρμόδιων υπηρεσιών τους να κάνουν συστηματικούς και αποτελεσματικούς ελέγχους εξαπολύουν, με αφορμή τη ρυπογόνο πυρκαγιά στον Ασπρόπυργο, τρεις περιβαλλοντικές οργανώσεις (Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης, Greenpeace, Δίκτυο Μεσόγειος SOS).
Παράλληλα, θεωρούν τις μετρήσεις των ρύπων ανεπαρκείς, καθώς -όπως επισημαίνουν- θα έπρεπε να αφορούν πρωτίστως τους ρύπους εκείνους που μπορούν να περάσουν στην τροφική αλυσίδα και συνεπώς να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις σε βάθος χρόνου. Ειδικά για τις διοξίνες, υπογραμμίζουν ότι δεν είναι τόσο η πρόσληψή τους μέσω εισπνοής ή επιμολυσμένου νερού που ενέχει κινδύνους όσο το πέρασμά τους σε τροφές (κυρίως πλούσιες σε λιπαρά).
Θα πρέπει άμεσα, σημειώνουν οι τρεις περιβαλλοντικές οργανώσεις, να γίνουν επιπλέον μετρήσεις διοξινών και πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων και ιδιαίτερα στη στάχτη και σε αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα, σε επαρκή απόσταση από τη μονάδα και στη βασική κατεύθυνση διασποράς των καυσαερίων Από τα αποτελέσματα, όπως αναφέρουν θα κριθεί αν είναι σκόπιμο να ληφθούν μέτρα για ενδεχόμενα ρυπασμένα αγροτικά προϊόντα.