Η «τελική λύση» όλων των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, περνάει, σχεδόν πάντοτε, από τον πτωχευτικό νόμο. Τράπεζες, Δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία την τελευταία δεκαετία κλήθηκαν και καλούνται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις αναφορικά με τη ρύθμιση δανείων και τη διαγραφή μέρους των απαιτήσεών τους. Αποφάσεις που συνεπάγονταν και σοβαρές ευθύνες για αυτούς που τις προσυπογράφουν, με αναμενόμενο αποτέλεσμα τη δυστοκία οριστικοποίησης των ρυθμίσεων. Ακόμα και έτσι, όμως, πολλές ρυθμίσεις, συμφωνίες εξυγίανσης ή ανακτήσεις απαιτήσεων προχώρησαν και προχωρούν, όπως σημειώνει η Καθημερινή.
Πολλά, όμως, πολύ μεγάλα κόκκινα δάνεια παραμένουν ακόμα χωρίς λύση, με τους πιστωτές αλλά και τους οφειλέτες, όχι πάντα σε συμφωνία, να αναζητούν διέξοδο στον νέο πτωχευτικό. Οι περιπτώσεις των Ναυπηγείων Ελευσίνας ή της Χαλυβουργικής είναι χαρακτηριστικές ως εκκρεμότητες, με τη συμφωνία εξυγίανσης για τα πρώτα να μην έχει ακόμα κατατεθεί, αφού δεν έχει οριστικοποιηθεί, και την αίτηση ειδικής διαχείρισης της Εθνικής για τη δεύτερη να έχει απορριφθεί. Μαζί αυτές οι δύο υποθέσεις αθροίζουν μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών ή του Δημοσίου κοντά στο 1 δισ. ευρώ. Αλλα 500 εκατ. είναι οι απαιτήσεις των πιστωτών (που περιλαμβάνουν τη ΔΕΗ) της ΛΑΡΚΟ που βρίσκεται ήδη σε ειδική διαχείριση, με τη διαγωνιστική διαδικασία εκποίησης ή εκμίσθωσης περιουσιακών στοιχείων της σε εξέλιξη.
Φυσικά τα ποσά αυτά δεν πρόκειται να ανακτηθούν στο σύνολό τους παρά σε κλάσμα μόνο της ονομαστικής αξίας των απαιτήσεων. Αλλες περιπτώσεις όπως τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά διήλθαν επιτυχώς τη βάσανο της ειδικής διαχείρισης και πουλήθηκαν μέσω πλειστηριασμών, αλλά εκκρεμότητες από προσφυγές τρίτων εξακολουθούν να καθυστερούν το κλείσιμο των συναλλαγών. Υπάρχουν ωστόσο και ολοκληρωμένες συμφωνίες όπως του Νεωρίου Σύρου ή της Carrefour-Μαρινόπουλος. Η συμφωνία εξυγίανσης της τελευταίας με στρατηγικό επενδυτή τη Σκλαβενίτης οδήγησε σε «κούρεμα» της τάξης του 50% τους προμηθευτές, οι συνολικές απαιτήσεις των οποίων κινούνταν στα επίπεδα του ενός δισεκατομμυρίου.
Αλλες περιπτώσεις βρίσκονται τώρα στα μέσα της διαδικασίας υπό τον νέο πτωχευτικό νόμο, αναμένοντας τις αποφάσεις των αρμοδίων δικαστηρίων ή τα αποτελέσματα των ενεργειών που επεβλήθησαν. Ενα μεγάλο μέρος του προβλήματος για τις τράπεζες διευθετήθηκε με την πώληση των δανείων στις εταιρείες διαχείρισης επισφαλειών, στις οποίες το νομικό πλαίσιο λειτουργίας τους παρέχει εναλλακτικές που καθιστούν ευκολότερη τη ρύθμισή τους. Με απλά λόγια τους δίνει τη δυνατότητα να «κουρέψουν» τις υποχρεώσεις που αυτοί έχουν αγοράσει σε κλάσμα της ονομαστικής αξίας. Ωστόσο, τόσο οι εταιρείες διαχείρισης όσο και οι τράπεζες, που σε πολλές περιπτώσεις είναι και οι ίδιες μέτοχοι των εταιρειών διαχείρισης, έχουν μπροστά τους ανηφορικό δρόμο για τη ρύθμιση υποχρεώσεων αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Εχουν όμως ήδη διανύσει και αρκετό δρόμο.
Χαλυβουργία Ελλάδος: Ρύθμιση οφειλών 170 εκατ. προς τη Cepal και κέντρο logistic στον Ασπρόπυργο
Στο πλαίσιο του νέου πτωχευτικού νόμου συζητήθηκε στα μέσα Ιανουαρίου στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών η αίτηση επικύρωσης της συμφωνίας εξυγίανσης της Χαλυβουργίας Ελλάδος με τους πιστωτές της. Το σχέδιο, το οποίο προσυπογράφουν πιστωτές της που εκπροσωπούν το 75,8% του συνόλου των απαιτήσεων και το 99,9% των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων, και κυρίως η Cepal και το επενδυτικό κεφάλαιο HIG Capital, προβλέπει τη μακρόχρονη ρύθμιση των τραπεζικών υποχρεώσεων της Χαλυβουργίας προς τη Cepal (προέρχονται από την Alpha Bank και υπολογίζεται ότι ανέρχονται στα 170 εκατ. ευρώ) στο ακέραιο. Προβλέπει όμως επίσης τη διαγραφή των απαιτήσεων της HIG, τις οποίες το fund αγόρασε διαδοχικά από τη Eurobank (ονομαστικής αξίας 53 εκατ.) και από τις τράπεζες Πειραιώς και Εθνική (ονομαστικής αξίας 90 εκατ. περίπου), έναντι της εκχώρησης του ενός από τα δύο εργοστάσια του ομίλου. Η συμφωνία εξυγίανσης, η απόφαση για την επικύρωση της οποίας αναμένεται τους αμέσως επόμενους μήνες, προβλέπει την απόκτηση του εργοστασίου Ασπροπύργου (λειτουργούσε το ένα από τα δύο χαλυβουργεία της εταιρείας και καταλαμβάνει περίπου 300 στρέμματα στον Ασπρόπυργο, ενώ περιλαμβάνει περίπου 70.000 τετραγωνικά στεγασμένων χώρων με σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό) από την πιστώτρια HIG. Στην έκταση, το αμερικανικό fund αναμένεται να επενδύσει περί τα 100 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία ενός σύγχρονου κέντρου logistic. Εφόσον η συμφωνία αυτή εγκριθεί –η σχετική απόφαση αναμένεται το επόμενο διάστημα– εξασφαλίζεται η εργασία σε 500 εργαζομένους της εταιρείας στον Βόλο, αλλά και σε εκατοντάδες έμμεσους συνεργάτες, όπως οι εργαζόμενοι στο λιμάνι του Βόλου, του οποίου η Χαλυβουργία είναι ο μεγαλύτερος πελάτης, στα μηχανουργεία και σε εργολάβους της περιοχής, αλλά και σε μεταφορείς, ενώ η ελληνική οικονομία εκτιμάται πως θα επωφεληθεί από την εξυγίανση μιας εξωστρεφούς βαριάς βιομηχανίας, η οποία πραγματοποιεί εξαγωγές άνω των 130 εκατ. ετησίως.