Ο κλάδος των logistics μπαίνει στο προσκήνιο, καθώς η Ελλάδα εμφανίζει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια.
Οι αναλυτές βλέπουν σημαντικό περιθώριο για επενδύσεις σε πάρκα εφοδιαστικής αλυσίδας, χώρους αποθήκευσης, λιμένες νήσων, στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, αλλά και στη σύνδεσή του με τα λιμάνια της χώρας.
Μόνο στο κομμάτι των αποθηκευτικών χώρων και των κέντρων διανομής, αναμένεται ότι μέχρι το 2023 θα έχουν ξεκινήσει επενδύσεις ύψους 150 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη νέων εγκαταστάσεων logistics υψηλών προδιαγραφών στη χώρα, σύμφωνα με μελέτη της Alpha Bank για την αγορά των logistics.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται εμβληματικές επενδύσεις όπως το Θριάσιο Εμπορευματικό Κέντρο αλλά και δεκάδες μικρότερες εγκαταστάσεις, ακόμη και εντός του αστικού ιστού που αξιοποιούνται για το λεγόμενο “τελευταίο μίλι” των μεταφορών.
Το οικονομικό αποτύπωμα των logistics
Σύμφωνα με την ανάλυση της Alpha Bank ο κλάδος των logistics έχει ήδη σημαντικό αποτύπωμα στην ελληνική οικονομία, καθώς αντιπροσωπεύει το 74% της Ακαθάριστης Παρούσας Αξίας (ΑΠΑ) και το 67% του κύκλου εργασιών των μεταφορών και της αποθήκευσης, καλύπτοντας το 5,5% της ΑΠΑ του συνόλου των οικονομικών δραστηριοτήτων της χώρας.
Από τους υποκλάδους των logistics με τα υψηλότερα μερίδια σε όρους κύκλου εργασιών και ΑΠΑ στην Ελλάδα είναι εκείνος των υποστηρικτικών προς τη μεταφορά δραστηριοτήτων. Ο συγκεκριμένος υποκλάδος αντιπροσωπεύει το 53% του συνολικού κύκλου εργασιών των logistics στη χώρα και το 64% της ΑΠΑ, ενώ οι οδικές μεταφορές εμπορευμάτων και υπηρεσίες μετακόμισης το 27% του κύκλου εργασιών και το 12% της ΑΠΑ και οι θαλάσσιες και ακτοπλοϊκές μεταφορές εμπορευμάτων το 9% του κύκλου εργασιών και το 16% της ΑΠΑ.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές της τράπεζας επικαλούμενοι στοιχεία σχετικών μελετών, το διάστημα 2017-2019 το 12% των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων κατευθύνθηκε στον κλάδο των μεταφορών και των logistics όταν ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 6%, ενώ αυξημένο εμφανίζεται το ενδιαφέρον ξένων κεφαλαίων για νέες επενδύσεις.
“Η Ελλάδα έχει αναγνωριστεί από μεγάλους ξένους επενδυτές σαν χώρα με δυνατότητες να μετασχηματιστεί σε έναν σημαντικό κόμβο της εφοδιαστικής αλυσίδας για την Ευρώπη, ως ένα στρατηγικής σημασίας σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με μεγάλα έργα εν εξελίξει, όπως η αναβάθμιση των οδικών αξόνων και των σιδηροδρομικών μεταφορών, αλλά και νέες επενδύσεις, όπως το Θριάσιο Εμπορευματικό Κέντρο, η περαιτέρω ανάπτυξη του ΟΛΠ και άλλων λιμένων, αλλά και νέοι αποθηκευτικοί χώροι”, αναφέρεται στη μελέτη της Alpha Bank.
Οι προοπτικές
Σύμφωνα με την μελέτη της Alpha Bank, oι προοπτικές που ανοίγονται για τον κλάδο των logistics στην Ελλάδα είναι αξιοσημείωτες. Ανάμεσα στις πιο σημαντικές ευκαιρίες βρίσκεται η περαιτέρω αξιοποίηση της θέσης της Ελλάδας ως συγκοινωνιακού κόμβου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και σημείου σύνδεσης μεταξύ της Δυτικής Ευρώπης και της Ασίας.
Υπάρχει σημαντικό περιθώριο για επενδύσεις σε πάρκα εφοδιαστικής αλυσίδας, σε χώρους αποθήκευσης, σε λιμένες νήσων, στο οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, αλλά και στη σύνδεσή του με λιμάνια της χώρας.
Οι πράσινες επενδύσεις σε τεχνολογίες για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλες περιβαλλοντικά φιλικές τεχνολογίες, όπως η διευρυμένη χρήση ηλεκτρικών οχημάτων, αλλά και η εκτεταμένη εφαρμογή νέων τεχνολογιών και ψηφιοποίησης είναι επίσης απαραίτητες για την ανάπτυξη του κλάδου, αναφέρεται στη μελέτη.
Στο πλαίσιο αυτό, η συνεργασία και ο συντονισμός των διαφόρων παικτών της εφοδιαστικής αλυσίδας με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, ώστε να μειωθεί το κόστος, να περιοριστούν τα αποθέματα και να αυξηθεί η ευελιξία των μεταφορών, θα προσδώσουν προστιθέμενη αξία στον κλάδο.
H αγορά 3PL
Ένα μοντέλο εφοδιαστικής αλυσίδας που έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία 30 χρόνια στη χώρα μας είναι η παροχή υπηρεσιών Logistics σε τρίτους (Third-Party Logistics,3PL), στο οποίο μια επιχείρηση αναθέτει σε εξωτερικούς συνεργάτες τις υπηρεσίες Logistics, αλλά διατηρεί η ίδια την εποπτεία της διαχείρισής τους.
Το 46% των υπηρεσιών 3PL στην Ελλάδα αφορούν τον κλάδο των τροφίμων, ποτών και καπνού, το 18% τον κλάδο των ηλεκτρικών-ηλεκτρονικών συσκευών, το 11% φαρμακευτικά και ιατρικά προϊόντα, το 8% βιομηχανικά προϊόντα και το 17% άλλα προϊόντα, όπως οχήματα και ανταλλακτικά, είδη ένδυσης και υπόδησης και έπιπλα-οικιακό εξοπλισμό.