Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της σαρωτικής νίκης της Νέας Δημοκρατίας και της ταυτόχρονης κατάρρευσης των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνει το εκλογικό αποτέλεσμα σε δήμους της Δυτικής Αττικής, οι οποίοι ως επι το πλείστον συγκροτούνται από εργατικές, λαϊκές συνοικίες.
Πρόκειται για τις περιοχές με τους υψηλότερους δείκτες ανεργίας, των πιο ευάλωτων οικονομικά νοικοκυριών, οι κάτοικοι των οποίων φαίνεται να λαμβάνουν τις αποφάσεις με βάση την ατομική τους κατάσταση, το συλλογικό βιοτικό επίπεδο της γειτονιάς τους, τις προοπτικές για την οικογένεια και τα παιδιά τους και όχι με ιδεοληψίες ή με το ρεύμα του λεγόμενου «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου». Γι’ αυτό, άλλωστε, στις εκλογές του 2019 που κυριαρχούσε το «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» η Κουμουνδούρου κατάφερε να διατηρήσει υψηλά ποσοστά και να είναι πρώτη εκλογική δύναμη.
Στην Ελευσίνα, όπου ξεκίνησαν και πάλι τη λειτουργία τους τα ναυπηγεία, με το σύνολο του προσωπικού στη θέση του, η Ν.Δ. κατέγραψε άνοδο 7 μονάδων και ποσοστό 40,22%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ απώλεσε το 50% της εκλογικής δύναμης του 2019.
Ιδια εικόνα στον Σκαραμαγκά αλλά καυσίμων στο Πέραμα, όπου επίσης τα τοπικά ναυπηγεία έβαλαν μπρος τις μηχανές τους. Στο Πέραμα η Ν.Δ. έπιασε 38,61%, εμφανίζοντας μικρή άνοδο. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ έπεσε στο 18,6% από 32,2% το 2019. Στην ίδια περιοχή το ΚΚΕ έπιασε διψήφιο (10,9%), ενώ άνοδο εμφάνισε το ΠΑΣΟΚ και η Ελληνική Λύση.
Στον Δήμο Φυλής η Ν.Δ. πήρε 10 μονάδες, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε 20, στην Οινόη το κυβερνών κόμμα έλαβε 40,7% από 27% το 2019 και ο ΣΥΡΙΖΑ 23,5% από 42,5%. Στον Ασπρόπυργο το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα έπεσε στην 3η θέση με ποσοστό 14,5% (από 37,6% το 2019), κάτω από το ΚΚΕ που πήρε 10 μονάδες και σκαρφάλωσε στο 16%.
Οι κάτοικοι σε περιοχές όπως στον Ασπρόπυργος και ο Σκαραμαγκάς εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πολλές από τις χρόνιες παθογένειες του κράτους, είδαν όμως μεταξύ άλλων τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη να επαναλειτουργεί. Οι συγκεκριμένες επιδόσεις σε συνδυασμό με την υλοποίηση όλων των προεκλογικών δεσμεύσεων αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η στρατηγική της κυβέρνησης προκειμένου να διεκδικήσει τη δεύτερη τετραετία.
Από την άλλη πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε την αντιπολίτευση της καταστροφολογίας. Χαρακτήρισε τις συνέπειες της πανδημίας και της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης ως «κρίσεις Μητσοτάκη». Εμφάνισε τον πρωθυπουργό ως πρόσωπο μειωμένης ενσυναίσθησης για τα πραγματικά προβλήματα της μεσαίας τάξης και του κόσμου της εργασίας. Λοιδόρησε και καταψήφισε τα επιδόματα χαρακτηρίζοντάς τα «επιδότηση της αισχροκέρδειας». Γύρισε την πλάτη στη μείωση των φόρων και του ΕΝΦΙΑ υποστηρίζοντας ότι ευνοείται ο μεγάλος πλούτος, ενώ παράλληλα υιοθέτησε fake news για το Μεταναστευτικό.